*Παρασκευάς Γιαγμούρογλου, Μηχανολόγος Μηχανικός Msc, Γενικός Διευθυντής Acon Πυροσβεστικά Μέσα Ε.Π.Ε
Οι φορητοί Πυροσβεστήρες αποτελούν εξοπλισμό που όλοι μας συναντάμε καθημερινά, όμως λίγοι από εμάς γνωρίζουμε αρκετά πράγματα για τη χρήση και τη συντήρηση τους. Στο συλλογικό υποσυνείδητο θα έλεγε κανείς ότι ο πυροσβεστήρας είναι το αντικείμενο εκείνο που χρησιμοποιούμε για να κρατήσουμε ανοιχτή κάποια πόρτα. Η δεύτερη σημαντικότερη λειτουργία που θα επιτελέσει ένας πυροσβεστήρας κατά τη διάρκεια ζωής του, είναι αυτό που ετυμολογικά προκύπτει από τον τίτλο του, να σβήσει δηλαδή κάποια φωτιά.
Είναι άκομψη η θέση ενός προμηθευτή φορητών πυροσβεστήρων, αφού η ευχή που συνοδεύει κάθε έναν πυροσβεστήρα, σε κάθε πώληση, είναι να παραμείνει ανενεργός και όπως λέμε και στην καθομιλουμένη, “αχρείαστος να’ ναι”.
Από τα παραπάνω καταλαβαίνουμε ότι δυστυχώς ο φορητός πυροσβεστήρας, δεν αντιμετωπίζεται με την σοβαρότητα που του αναλογεί, ενώ παρατηρείται σημαντική έλλειψη ενημέρωσης στη μεγαλύτερη μερίδα του κοινού.
Σε αυτή την ενότητα θα προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε λίγο καλύτερα τι είναι αυτή η κόκκινη φιάλη, που συναντάμε καθημερινά παντού μπροστά μας και πως αυτή αποτελεί τον πιο αποτελεσματικό τρόπο και ταυτόχρονα την πρώτη γραμμή άμυνας που έχουμε απέναντι σε μια πυρκαγιά.
Η αφετηρία μας δεν θα είναι οι πυροσβεστήρες καθαυτοί, αλλά αυτό που σκοπεύουμε να καταπολεμήσουμε με την χρήση τους, δηλαδή η πυρκαγιά. Ως πυρκαγιά ορίζουμε την ανεξέλεγκτη φωτιά που προκαλείται από μη ελεγχόμενη καύση υλικών και κατά την οποία εκλύονται μεγάλες ποσότητες θερμοκρασίας, ακτινοβολίας, καπνού και τοξικών αερίων.
Η ύπαρξη πυρκαγιάς προϋποθέτει την ταυτόχρονη παρουσία των παρακάτω τεσσάρων παραγόντων:
- Παρουσία καύσιμης ύλης
- Παρουσία οξυγόνου (Οξειδωτικός παράγοντας)
- Παρουσία θερμότητας
- Παρουσία ελεύθερων χημικών ριζών (ρίζες που αντιδρούν με τον οξειδωτικό παράγοντα με αποτέλεσμα αλυσιδωτές αντιδράσεις που ενισχύουν την ένταση της φωτιάς)
Η κατάσβεση μιας φωτιάς μπορεί λοιπόν να επιτευχθεί αν αφαιρεθεί ένας από τους προαναφερθέντες τέσσερεις παράγοντες. Η ανάγκη επιλογής του καταλληλότερου μέσου πυρόσβεσης οδήγησε στην ανάγκη κατηγοριοποίησης των πυρκαγιών και την απεικόνιση κάθε κατηγορίας με χαρακτηριστικό εικονίδιο. Κάθε φορητός πυροσβεστήρας, επιβάλλεται να φέρει στην ετικέτα και σε εμφανές σημείο την καταλληλόλητα του για κάθε κατηγορία πυρκαγιάς. Οι κατηγορίες, όπως ορίζονται από το εναρμονισμένο πρότυπο ΕΝ2 και ισχύουν στην Ελλάδα με την εφαρμογή της ΚΥΑ 618/43, είναι οι εξής και αφορούν:
Κατηγορία Α: Πυρκαγιές που προκαλούνται σε στέρεα υλικά (συνήθως οργανικά)
Κατηγορία Β: Πυρκαγιές που προκαλούνται από υγρά καύσιμα
Κατηγορία C: Πυρκαγιές που προκαλούνται από αέρια καύσιμα
Κατηγορία D: Πυρκαγιές που προκαλούνται σε μέταλλα
Κατηγορία F: Πυρκαγιές που προκαλούνται σε μαγειρικά έλαια (φυτικά ή ζωικά)
Σε αυτό το σημείο ειδική μνεία θα πρέπει να γίνει στις πυρκαγιές παρουσίας ηλεκτρικού ρεύματος, οι οποίες μέχρι και την εφαρμογή της ΚΥΑ είχαν την δική τους κατηγορία (Κατηγορία Ε), κάτι που πλέον δεν ισχύει.
Η κατηγοριοποίηση των ειδών πυρκαγιάς είχε ως φυσικό επακόλουθο και την κατηγοριοποίηση των πυροσβεστήρων, αναφορικά με την καταλληλόλητα τους και το πυροσβεστικό μέσο που περιέχουν. Τα πιο κοινά μέσα πυρόσβεσης είναι:
- Ξηρά πυροσβεστική σκόνη (ABC, BC, D)
- Διοξείδιο του άνθρακα (CO2)
- Νερό ή νερό με πρόσθετα χημικά βελτίωσης απόδοσης
- Μηχανικός αφρός
- Κατηγορίας F
- Χημικά αέρια
Το μεγαλύτερο ποσοστό πυροσβεστήρων που θα συναντήσουμε σε χώρους συνάθροισης κοινού είναι οι φορητοί πυροσβεστήρες ξηράς σκόνης 6 κιλών (Pa 6kg ABC) και διοξειδίου του άνθρακα 5 κιλών (CO2 5kg). Οι πρώτοι αποτελούν την καλύτερη δυνατή επιλογή, καθώς μπορούν να καλύψουν το μεγαλύτερο εύρος πιθανών κινδύνων, ενώ θα επιλέξουμε τους δεύτερους σε περίπτωση που θέλουμε να προστατεύσουμε ευαίσθητο ηλεκτρονικό ή/και ηλεκτρολογικό εξοπλισμό.
Η απόδοση των πυροσβεστήρων αυτών κρίνεται από την κατασβεστική τους ικανότητα. Η ικανότητα αυτή αναφέρεται στις διαστάσεις πρότυπων πυρκαγιών, όπως αυτές προβλέπονται από το ισχύον πρότυπο ΕΝ3 και αφορά την δυνατότητα ενός πυροσβεστήρα να σβήσει επιτυχώς μια πυρκαγιά συγκεκριμένης διάστασης. Η κατασβεστική ικανότητα ενός πυροσβεστήρα εξαρτάται από το μέσο πυρόσβεσης, τις κατασκευαστικές λεπτομέρειες και τον σχεδιασμό ενός πυροσβεστήρα, και τέλος αν και αποτέλεσμα εργαστηριακών δοκιμών, δεν παύει να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από την εξοικείωση του χειριστή. Καλό είναι λοιπόν να προτιμάμε πυροσβεστήρες με μεγαλύτερη κατασβεστική ικανότητα, ώστε η επιτυχία της πυρόσβεσης να εξαρτάται όσο το δυνατόν λιγότερο από την ικανότητα του χειριστή.
Ενδεικτικά θα αναφέρουμε τις κλάσεις κατασβεστικής ικανότητας για πυρκαγιές κατηγορίας Α και πως αυτές προκύπτουν από τις διαστάσεις της κάθε πρότυπης πυρκαγιάς που προβλέπει το πρότυπο. Οι διαστάσεις αυτές προκύπτουν από την δημιουργία ενός πυργίσκου – φανταστείτε ένα μεγάλο jenga – όπου ξύλινα τεμάχια συγκεκριμένων διαστάσεων και από συγκεκριμένη ποιότητα ξύλου, στοιβάζονται με τέτοιο τρόπο ώστε να σχηματιστεί ένα ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο με σταθερό ύψος (560mm) και πλάτος (500mm) και μεταβαλλόμενο συνολικό μήκος.
Πρότυπη διάσταση πυρκαγιάς | Μήκος (m) | Όγκος Πρότυπης Πυρκαγιάς (m3) |
5Α | 0.5 | 0.14 |
8Α | 0.8 | 0.22 |
13Α | 1.3 | 0.36 |
21Α | 2.1 | 0.59 |
27Α | 2.7 | 0.77 |
34Α | 3.4 | 0.95 |
43Α | 4.3 | 1.20 |
55Α | 5.5 | 1.54 |
Από αντίστοιχες δοκιμές προκύπτει η κατασβεστική ικανότητα ενός πυροσβεστήρα για πυρκαγιές κατηγορίας B και F.
Βάση των ανωτέρω και άλλων παραγόντων αμιγώς τεχνικών, θα κληθεί ένας φορητός πυροσβεστήρας να πιστοποιηθεί, πριν διατεθεί στην Ευρωπαϊκή αγορά. Ως φορητός ορίζεται ο πυροσβεστήρας του οποίου το συνολικό βάρος δεν ξεπερνά τα 20kg, ενώ σε συνέχεια της εφαρμογής της οδηγίας 97/23PED που αφορά όλα τα είδη εξοπλισμού υπό πίεση, ο πυροσβεστήρας θα πρέπει να φέρει σήμανση CE, στο κέλυφος της φιάλης του, που αποδεικνύει ότι το συγκεκριμένο συγκρότημα υπό πίεση έχει κατασκευαστεί και εναρμονίζεται με όλες τις απαιτήσεις της οδηγίας.
Αναπόσπαστο κομμάτι της πιστοποιήσης ενός φορητού πυροσβεστήρα είναι και η ετικέτα του, όπου μεταξύ τεχνικών πληροφοριών (όπως κατασβεστική ικανότητα, βάρος γόμωσης κατασβεστικής ουσίας, κτλ) αναφέρονται και οι βασικές οδηγίες χρήσης, επιτήρησης και συντήρησης ενός πυροσβεστήρα. Επίσης στην ετικέτα αναφέρονται απαραίτητα όλα τα στοιχεία τόσο του κατασκευαστή του πυροσβεστήρα όσο και του εμπορικού διανομέα (σε περίπτωση εισαγωγής από το εξωτερικό).
Το πλέον κρίσιμο σημείο για την καλή λειτουργία ενός φορητού πυροσβεστήρα, είναι οι καλές πρακτικές συντήρησης του, όπου μέρος της ευθύνης έχει και ο ιδιοκτήτης του πυροσβεστήρα εκτός από τον συντηρητή.
Η ευθύνη του ιδιοκτήτη, προφανώς και λιγότερο απαιτητική τεχνικά, αναφέρεται σε σειρά οπτικών ελέγχων, οι οποίοι θα πρέπει να γίνονται σε τακτά χρονικά διαστήματα, ιδανικά σε μηνιαία βάση, με την μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ ελέγχων να είναι οι τρεις μήνες. Οι έλεγχοι που θα πρέπει να πραγματοποιούνται είναι:
- Επιβεβαίωση ότι ο κάθε πυροσβεστήρας βρίσκεται στην σωστή θέση, σε συνάρτηση και με την μελέτη πυρασφάλειας του χώρου
- Δεν παρεμποδίζεται η πρόσβαση προς τον πυροσβεστήρα, είναι ορατός και ότι είναι αναρτημένος με τρόπο ώστε οι οδηγίες χρήσης του να είναι πάντα εμφανείς και ευανάγνωστες
- Δεν υπάρχουν εμφανείς κακώσεις στο σώμα
- Η ένδειξη της πίεσης του μανομέτρου (όπου αυτό υπάρχει) βρίσκεται στην ‘πράσινη’ περιοχή
- Η περόνη βρίσκεται τοποθετημένη στην σωστή θέση στο κλείστρο του πυροσβεστήρα
Τέλος ευθύνη του ιδιοκτήτη είναι η μέριμνα για την ετήσια συντήρηση και έλεγχο, οπότε και θα πρέπει να απευθυνθεί σε μια εταιρία συντήρησης πυροσβεστήρων.
Κατά την επιλογή συνεργάτη για την συντήρηση των φορητών πυροσβεστήρων, θα πρέπει βάση νόμου, η εν λόγω εταιρία να καλύπτει απαραίτητα τις εξής απαιτήσεις:
- Να είναι αναγνωρισμένη εταιρία
- Να διαθέτει στο δυναμική της πιστοποιημένο αρμόδιο άτομο
- Εγκεκριμένο κανονισμό λειτουργίας
Τα παραπάνω είναι αλληλοεξαρτούμενα και εμπίπτει στο ρόλο του ελεγκτικού φορέα πιστοποίησης να διενεργεί επιθεώρηση της Αναγνωρισμένης εταιρίας και να επαληθεύει την πληρότητα των απαιτήσεων που επιβάλλει η νομοθεσία.
Ασχέτως είδους πυροσβεστήρα, το πρότυπο ορίζει πως ένας φορητός πυροσβεστήρας θα πρέπει να υπόκειται σε ετήσιο έλεγχο – συντήρηση, ενώ για τους πυροσβεστήρες ξηράς σκόνης, νερού και αφρού η εκτεταμένη συντήρηση και ανανέωση της γόμωσης λαμβάνει χώρα κάθε 5 και 15 έτη. Τέλος ένας πυροσβεστήρας θα πρέπει να υποβάλλεται σε εργαστηριακό έλεγχο και περιοδικό επανέλεγχο (υδραυλική δοκιμή) σε διάστημα δέκα ετών από την αρχική κυκλοφορία του ή τον τελευταίο εργαστηριακό έλεγχο.
Όλες οι διεργασίες καταγράφονται στο μητρώο συντήρησης πυροσβεστήρων της αναγνωρισμένης εταιρίας ώστε να υπάρχει ιχνηλασιμότητα για κάθε διεργασία που λαμβάνει χώρα στον εκάστοτε πυροσβεστήρα. Σε συνέχεια η αναγνωρισμένη εταιρία, εκδίδει την Υπεύθυνη Δήλωση συμμόρφωσης των ειδών που διακινήθηκαν για λόγους συντήρησης και πιστοποιεί έτσι την καλή λειτουργία του πυροσβεστήρα. Τέλος και με το πέρας της συντήρησης, ο πυροσβεστήρας θα πρέπει να φέρει την πινακίδα ελέγχου, όπου αναφέρεται η ημερομηνία ελέγχου και επιγραμματικά οι εργασίες που πραγματοποιήθηκαν. Στην πινακίδα ελέγχου αναφέρεται επίσης ο χρόνος που θα πρέπει να πραγματοποιηθεί η επόμενη συντήρηση καθώς και ποιες εργασίες θα πρέπει να γίνουν στον πυροσβεστήρα.
Κλείνοντας την σύντομη αυτή περιήγηση στο χώρο του φορητού πυροσβεστήρα και βάση των όσων είπαμε θα σας παροτρύνουμε να αναζητήσετε τους κατάλληλους πυροσβεστήρες για να προστατεύσετε τους χώρους που κινείστε, πάντα με την ευχή να μην χρειαστεί ποτέ να τους χρησιμοποιήσετε, καθώς επίσης και την επιλογή μιας λαστιχένιας σφήνας που θα εξυπηρετήσει σίγουρα την ανάγκη να παραμείνει κάποια πόρτα ανοιχτή.